Αναρωτήθηκα πολλές φορές πόσο μπορεί να έχουν επηρεάσει τον τρόπο που σκέφτομαι οι οικογενειακές μου καταβολές. Πέρασα μερόνυχτα κοντά σε αγαπημένα πρόσωπα, βυθίστηκα στη καρδιά και στο μυαλό τους, ταξίδεψα με τις διηγήσεις και τα παραμύθια τους στο χώρο του ονείρου και της φαντασίας εκεί που όλα είναι πιστευτά και δυνατά.

Σήμερα αναμοχλεύοντας μνήμες από ιστορίες και την προφορική παράδοση προσπαθώ να καταγράψω όσα με συγκίνησαν και με προβλημάτισαν και νομίζω πως αξίζει τον κόπο να τα μεταφέρω και γω με την σειρά μου.

Μύθος ή πραγματικότητα η ιστορία του αράπη αρχίζει από τα βάθη της Αραπιάς και ξετυλίγεται στην άκρη του Αιγαίου, στην μυστηριακή ανεμόεσσα Κάρπαθο του Ομήρου. Καταμεσής στο σκιερό μονοπάτι που συνδέει δυο γειτονιές του χωριού μου, στέκει ένας πελώριος γκρίζος βράχος όπου σύμφωνα με την παράδοση είναι θαμμένος ο αράπης.

Του “αράπη το σκουρί” όπως το ξέρουμε σήμερα, ο φόβος και ο τρόμος των παιδικών μας χρόνων. Μαύρος σαν κατράμι, θεόρατος σαν γίγαντας, ο αράπης ξεριζώθηκε βίαια από τους πειρατές για να πουληθεί δούλος στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής.

Έζησε τραγικές στιγμές στα σκοτεινά αμπάρια του πειρατικού καραβιού, πουλήθηκε αργότερα σε στυγνά αφεντικά και εξαθλιωμένος και απελπισμένος ρίχτηκε μια μέρα στη θάλασσα για να γλιτώσει από τα βασανιστήρια και τους εξεφτελισμούς.

Ένα κοπάδι δελφίνια κύκλωσαν τον αράπη, τον κράτησαν στη ζωή και κύμα γαλανό τον ακούμπησε στην μικρή αμμουδιά, κοντά στη σκήτη του Ασκητή του Αγίου Ανδρέα. Τον βρήκε εκείνος λιπόθυμο και μισοπεθαμένο, τον γιάτρεψε, του δίδαξε την αγάπη και πως να συγχωρεί τους εχθρούς του και τον έμαθε να προσεύχεται στο Θεό, την μυστηριώδη δύναμη και το καταφύγιο όλων των απελπισμένων.

Ίδιος με φλόγα πια ο αράπης, ξεκίνησε να συναντήσει το πεπρωμένο του.

Δεν βρήκε όμως αγάπη στο Μεγάλο Χωριό, αλλά φόβο και πόρτες κλειστές. Ανέβηκε ακόμη πιο ψηλά και κρύφτηκε στα λαγούμια και στις σχισμάδες του Κάστρου. Κοιμόταν με το κλάμα της κουκουβάγιας και ξυπνούσε με το κελάηδημα των αηδονιών. Κατηφόριζε για να βρει τροφή, αλλά πιότερο την αγάπη ζητούσε.

Πρώτα με φόβο, σιγά-σιγά τον πλησίασαν τα παιδιά, αλλά σε λίγο έγινε αποδεκτός από όλους και οι πόρτες άνοιξαν πλέον για τον αράπη που η καλοσύνη του άνοιξε και τις καρδιές.

Η παρουσία του αράπη έφερε ευλογία στον τόπο.

Τα γεννήματα πολλαπλασιάστηκαν, οι σοδειές αυξήθηκαν και ο πόθος για λευτεριά φούντωσε στις καρδιές των ραγάδιων. Περνούσε ο καιρός και τα χρόνια είχαν παρατήσει την ανηφόρα τους και κατρακυλούσαν προς τα πίσω.

Σε βαθιά γεράματα έφυγε ο αράπης και ο μεγάλος βράχος.

Την ιστορία του αράπη την άκουσα από την θεία Μαρία, μια γυναίκα της εποχής της, δίχως το δήθεν, το εγώ.

Είχε τη δροσιά του Αιγαίου στα χείλη της και την γαλήνη του στο βλέμμα της. Η αγκαλιά της έμοιαζε με θάλασσα πλατιά που χωρούσε όλες τις ανησυχίες, τις απορίες και τις τρέλες μας και ήξερε να μας ακούει με υπομονή και σοφία.

Η ιστορία του αράπη ανήκει σε χρόνια παλιά, σε μια εποχή πολυκύμαντη και ταραχώδη, με γερές βελονιές πάνω στη ζωή του νησιού μας.

Ένα οδοιπορικό που μεταφέρει τη μαγεία στη πραγματικότητα.

Γιατί ακόμη και σήμερα υπάρχει μαγεία.

Ποιος μπορεί να εμποδίσει το μεγάλο παιδί που κρύβεται μέσα μας να αναζητά την παραμυθοχώρα του;

Ή μήπως οι άνθρωποι έπαψαν να είναι ρομαντικοί;

Στις σκληρές εποχές που διανύουμε έχουμε ανάγκη από ένα παραμύθι που θα θυμίζει τη χαμένη μας αθωότητα.

Μια φορά κι έναν καιρό…

ΑΝΝΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΔΗ