Πώς μια βαλίτσα με 1.500 επιστολές αποκάλυψε τον άγνωστο ρόλο μιας κορυφαίας γυναικείας μορφής του ελληνικού επιχειρείν στη θάλασσα.

 Ήταν μια γυναίκα μορφωμένη, που ζούσε στην Κάσο, ένα μικρό και άγονο νησί του Αιγαίου, γνώριζε γαλλικά και ιταλικά και διάβαζε άνετα τις ξενόγλωσσες εφημερίδες που της έστελναν τα αδέλφια της από το εξωτερικό, ώστε να είναι ενήμερη για την οικονομία και την πολιτική στη δυτική και κεντρική Ευρώπη.

 Ήταν η Μαριγώ Κουλουκουντή, της γνωστής κασιώτικης εφοπλιστικής οικογένειας Κουλουκουντή, που όμως κανείς δεν γνώριζε γι’ αυτήν μέχρι πρόσφατα. Ο ρόλος της μεγάλος, αλλά παράλληλα αφανής, καθώς η επιχειρηματική δραστηριότητα των πέντε αδελφών της είχε επισκιάσει τον ρόλο της στην επιχειρηματική δράση της οικογένειας στην εμπορική ναυτιλία, με αποτέλεσμα να είναι μια προσωπικότητα «αόρατη», άγνωστη στο ευρύ κοινό.

Η συλλογή
Σε μια βαλίτσα γεμάτη αναμνήσεις από τη Νέα Υόρκη, αποτυπωμένες σε μια συλλογή κίτρινων από τον χρόνο επιστολών, ο συγγραφέας Ηλίας Γεωργίου Κουλουκουντής παρέδωσε στο Ιστορικό Αρχείο Σύρου το 2011 το οικογενειακό αρχείο της οικογενείας Κουλουκουντή, χρονολογημένο από τα τέλη του 19ου μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα.

Το αρχείο αποτελείται από ένα σώμα 1.500 επιστολών, τόσο μεταξύ των μελών της όσο και με τον ευρύτερο εμπορικό κόσμο της Ανατολικής Μεσογείου και μας διαφωτίζει για την κινητικότητα της και το επιχειρηματικό δίκτυο που ανέπτυξε. Βασική παραλήπτης των επιστολών από το 1920 έως το τέλος της δεκαετίας του 1930 ήταν η Μαριγώ Μινακούλη-Κουλουκουντή, με την οποία αλληλογραφούσαν τόσο τα μέλη της οικογενείας, από αδέλφια και ανίψια, όσο έμποροι και εκπρόσωποι σωματείων σε Πορτ Σάιντ και Σύρο. Η Μαριγώ ήταν παντρεμένη στην Κάσο με τον γιατρό και έμπορο Μηνά Μινακούλη. Δεν είχε αποκτήσει παιδιά και η προσωπική της περιουσία είχε επενδυθεί στις ναυτιλιακές εταιρείες της οικογενείας.

Η οικογένεια
Η τρίτη γενιά των Κουλουκουντή στη ναυτιλία απαρτιζόταν από τους τρεις αδελφούς –Ηλία, Νικόλαο και Ιωάννη–, οι οποίοι είχαν τις ναυτιλιακές τους επιχειρήσεις στη Σύρο από τα τέλη της δεκαετίας του 1880 μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1920. Είχαν στενή συνεργασία μεταξύ τους και συμμετείχαν σε συμπλοιοκτησίες ιστιοφόρων πλοίων τόσο με Κασιώτες όσο και με επιφανείς εμπόρους και τραπεζίτες της Σύρου.

Οι αδελφές τους, Μαριγώ και Αννα Κουλουκουντή, ήταν εγκατεστημένες στην Κάσο μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920 και ήταν παντρεμένες με τους γνωστούς εμπόρους της εποχής, Μηνά Μινακούλη και Κωνσταντίνο Νικουρέζο.

Στις αρχές της επόμενης δεκαετίας εγκαταστάθηκαν μόνιμα στη Σύρο. Όλα τα αδέλφια είχαν γεννηθεί μεταξύ 1860-1870 στην Κάσο και τα άρρενα μέλη, όλοι ναυτικοί, συνέχισαν την εμπορική και ναυτιλιακή δραστηριότητα του πατέρα τους, του πλοιάρχου Γεωργίου Ηλία Κουλουκουντή.

Τα μέλη αυτής της γενιάς ήταν εκείνα που ξανοίχτηκαν στη διεθνή ναυτιλιακή αγορά με σύνθετα επιχειρηματικά εγχειρήματα και διαμόρφωσαν ένα δίκτυο συνεργασιών που στη βάση του στηριζόταν σε οικογενειακούς δεσμούς.

Σε σχέση με τους άλλους αδελφούς, ο Ηλίας Γεωργίου Κουλουκουντής ήταν ο πιο «σοφός» της οικογενείας και είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό, όχι μόνο στον στενό οικογενειακό κύκλο, αλλά στην ευρύτερη επιχειρηματική ελίτ της Σύρου, δημιουργώντας συνεργασίες προς όφελος της οικογενειακής επιχείρησης.

Σε τακτική βάση, σχεδόν κάθε δεκαπέντε ημέρες, ο Ηλίας έγραφε στη Μαριγώ, κρατώντας την ενήμερη για τα εμπορικά ταξίδια, τις επισκευές των πλοίων, καθώς και την πολιτική και οικονομική κατάσταση σε τοπικό και διεθνές επίπεδο.

ΜΑΡΙΓΩ ΚΟΥΛΟΥΚΟΥΝΤΗ

Μαριγώ Μινακούλη-Κουλουκουντή. Γυναίκα μορφωμένη, υπήρξε το σημείο αναφοράς της οικογένειας της, τόσο στην Κάσο όσο και αργότερα στη Σύρο και στην Αθήνα. [Βιβλιοθήκη Κάσου]

Η τέταρτη γενιά των Κουλουκουντή ήταν εκείνη που επέκτεινε την επιχειρηματική δραστηριότητα της οικογενείας από το τοπικό στο παγκόσμιο επίπεδο, μέσω της δημιουργίας του ναυτιλιακού γραφείου διαχείρισης φορτηγών πλοίων Rethymnis and Kulukundis Company Limited, τον Ιούνιο 1921.

Σ’ αυτή τη γενιά δραστηριοποιούνται οι πέντε υιοί του Ηλία Γ. Κουλουκουντή –Γεώργιος (1892-1978), Νικόλαος (1895-1988), Μανώλης (1898-1988), Ιωάννης (1904-1980) και Μιχάλης (1906-1991)– όπου σε συνεργασία με τις οικογένειες Ρεθύμνη και Μαυρολέων ίδρυσαν έναν από τους πιο ισχυρούς εφοπλιστικούς ομίλους του Μεσοπολέμου με έδρα τον Πειραιά και το Λονδίνο. Και οι πέντε υιοί του Ηλία Γ. Κουλουκουντή είχαν γεννηθεί και μεγαλώσει στην Κάσο, μετεγκατασταθεί στη Σύρο και μετά στην Αθήνα. Το σπίτι, αλλά και τα γραφεία της οικογενείας Κουλουκουντή στην Αθήνα την περίοδο του Μεσοπολέμου ήταν στην οδό 3ης Σεπτεμβρίου, σε ένα συγκρότημα διαμερισμάτων μαζί με άλλους επιφανείς πλοιοκτήτες της Κάσου.

Οι επιστολές
Σ’ εκείνη την ανδροκρατούμενη εποχή, ο επικεφαλής του νοικοκυριού και οι στενότεροι άνδρες συγγενείς διοικούσαν τις ναυτιλιακές τους επιχειρήσεις τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.

Ωστόσο, τα θηλυκά μέλη της οικογενείας ήταν επίσης μέτοχοι των πλοίων και έπαιζαν βασικό ρόλο στο πλαίσιο των αποφάσεων της οικογενειακής επιχείρησης, επηρεάζοντας σημαντικά τη στρατηγική των ναυτιλιακών εταιρειών τους.

Δεδομένου ότι η Μαριγώ παρέμεινε άτεκνη, η τύχη της κληρονομιάς της αποτέλεσε σημαντικό οικονομικό ζήτημα στο πλαίσιο της οικογενειακής επιχείρησης, καθώς είχε διαθέσει σημαντικό μέρος της προίκας σε ανώνυμες ναυτιλιακές εταιρείες της οικογενείας.

Για τον λόγο αυτό, συγγενείς που συνδέονταν με την επιχείρηση επικοινωνούσαν τακτικά μαζί της για να την ενημερώσουν για τα οικογενειακά και επιχειρηματικά νέα. Στα επιχειρηματικά νέα εντοπίζουμε πληροφορίες σχετικά με τις κινήσεις των εμπορικών πλοίων της οικογενείας ή τυχόν έκτακτα συμβάντα που προέκυπταν στη διάρκεια ενός εμπορικού ταξιδιού.

Οι αδελφοί Κουλουκουντή της τρίτης και τέταρτης γενιάς, πλοίαρχοι και μηχανικοί στα ατμόπλοια, βρίσκονταν στα μεγαλύτερα εμπορικά λιμάνια του κόσμου και μέσω των επιστολών υπήρχε ένας ανοικτός δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ τους.

Ο Ηλίας είχε την πιο συχνή επαφή με τη Μαριγώ στην Κάσο και την ενημέρωνε συχνά για τις εξελίξεις των ναυτιλιακών τους επιχειρήσεων, όπως στην επιστολή της 6ης Σεπτεμβρίου 1925, από το Vichy της Γαλλίας: «…Διά τα πλοία, σας πληροφορώ ότι το μεν “Ατλαντικός” παραμένει εις την Αμβέρσαν ένεκα μεγάλης απραξίας το δε “Ατλαντίς” ελπίζω να φέρη εις πέρας την φόρτωσιν του φορτίου αραβοσίτου, εις το East London της Ν.Α. Αφρικής κατά το 10 ισταμένον και να αναχωρήση διά το Αμβούργον».

Αλλά και σε αυτήν της 28ης Οκτωβρίου 1925, όπου βρισκόταν στο Λονδίνο, την ενημερώνει ότι «το “Αγία Μαρίνα” εκφορτώνει στο Belfast της Ιρλανδίας. Από εκεί θα πάει στο Κάρδιφ για να παραλάβει φορτίο γαιανθράκων για το Colombo της Κεϋλάνης και από εκεί στο Madras Coast της Ινδικής για να φορτώσει φυστικόψυχα διά Continent».

Ο συγγραφέας Ηλίας Γεωργίου Κουλουκουντής παρέδωσε στο Ιστορικό Αρχείο Σύρου το 2011 το αρχείο με την οικογενειακή αλληλογραφία, χρονολογημένη από τα τέλη του 19ου μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα.

Στα οικογενειακά νέα αναφέρονται πληροφορίες, που ξεκινούσαν από την υγεία των μελών της οικογενείας, ενημέρωναν στη συνέχεια για την εκπαιδευτική πορεία των νεαρότερων μελών και κατέληγαν ενίοτε σε πιο προσωπικές πληροφορίες, ιδίως όταν οι επιστολές προέρχονταν από τα ανίψια της.

Ενδεικτικά αναφέρουμε την επιστολή υπ’ αριθμόν 184 από τον ανιψιό της Γεώργιο Ηλ. Κουλουκουντή, που βρίσκεται στο Πορτ Σάιντ τον Απρίλιο του 1927 [διατηρείται η ορθογραφία του εγγράφου]:

Σεβαστή μου θεία,

Έλαβα την από 20η Φεβρουαρίου επιστολήν σου η οποία αφενός μεν με ηυχαρίστησε αφ’ ετέρου δε με ελύπησε πολύ γιατί μου γράφεις ότι ήσουν άρρωστη. Άργησα να σου γράψω και σε παρακαλώ μη με παρεξηγήσεις.

Μάθε θεία μου ότι επέστρεψα από την Βηρυττόν όπου ηργαζόμην ως Inspector της Dunlop Co δια τον λόγον ότι η Εταιρεία αυτή μου ανέθετε τελευταίως ταξείδια ανά το Ιράκ και Περσίαν.

Σημείωσε ότι ήμουν υποχρεωμένος να διασχίζω την Συριακή Έρημον επί 4-5 ημέρας συνεχώς, με αυτοκίνητον τρέχον 90 χιλιόμετρα την ώραν! Επίσης νομάδες Βεδουΐνων, πολύ φανατισμένων, εκαραδόκουν συχνά τις διαβάσεις των αυτοκινήτων με ληστρικούς σκοπούς. Κέρδη πολλά αλλά τι τα θέλεις, το μέγεθος του κινδύνου μεγάλον!

Είναι αλήθεια ότι οι κίνδυνοι και αι adventures μ’ αρέσουν υπερβολικά, μέχρι μανίας, και να σου ειπώ την αλήθειαν, θα εδεχόμην να ριψοκινδυνεύσω αλλ’ εσκέφθην προς στιγμήν τα πρόσωπα που μ’ αγαπούν και έτσι άλλαξα γνώμην.

«Φαίνεται είναι γραφτό να ζήσω στην Αθήνα, αν και μετά λύπης, γιατί αι ανατολήτικες γλύκες μένουν αλησμόνητες. Αν ήμουν παντρεμένος σε βεβαιώ δεν θα έφευγα από την Δαμασκόν η οποία πόλις με έχει μαγεύση».
Θα έλθω στην Αθήνα να εγκατασταθώ τελειοτικώς, το απεφάσισα πλέον.«Φαίνεται είναι γραφτό να ζήσω στην Αθήνα, αν και μετά λύπης, γιατί αι ανατολήτικες γλύκες μένουν αλησμόνητες. Αν ήμουν παντρεμένος σε βεβαιώ δεν θα έφευγα από την Δαμασκόν η οποία πόλις με έχει μαγεύση».

Είναι ο οφθαλμός της Ανατολής, ο μαργαρίτης της Ερήμου. Πανδρεμένος εννοείς με δική μας, του γούστου μου, όχι βέβαια καμμιά πεντάμορφη Συριάνα, αι  οποίαι πεθαίνουν για Ευρωπαίους. Οι κακομοίρες! Χα! Χα!

Εγώ δε σε ασπάζομαι και σε παρακαλώ μεταβίβασε particularly, my best regards to the girl of my dreams…

Γεώργης Μάνατζερ
Η Μαριγώ, με βάση την Κάσο ήταν ο βασικός σύνδεσμος της οικογενείας Κουλουκουντή εντός και εκτός Ελλάδος. Από τη μια ήταν ο κεντρικός πόλος της συνοχής της και από την άλλη είχε αναλάβει τον ρόλο του «υπεύθυνου δημοσίων σχέσεων» της οικογενείας, κυρίως μέσω φιλανθρωπικών δραστηριοτήτων.

Μετακινούνταν συχνά από την Κάσο, στη Σύρο και την Αθήνα για να διευθετήσει διάφορα θέματα που σχετίζονταν με την οικογένεια.

Επιπλέον, ήταν υπεύθυνη για τη διαχείριση της περιουσίας και τη διευθέτηση των γαμήλιων ζητημάτων των άλλων γυναικών της οικογενείας.

Διατήρησε τον ηγετικό της ρόλο στον ορίζοντα των δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων Κουλουκουντή καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της, παρόλο που η σημασία της δεν αναγνωρίστηκε ποτέ επίσημα στα έγγραφα της εταιρείας με οποιονδήποτε τρόπο.

Η παρουσία και οι δραστηριότητές της, όπως και άλλων γυναικών στην ελληνική εμπορική ναυτιλία την ίδια περίοδο, συνέβαλαν καθοριστικά στην επιτυχία των οικογενειακών ναυτιλιακών επιχειρήσεων σε διεθνές επίπεδο, αν και οι ίδιες παρέμεναν «αόρατες» επιχειρηματίες της θάλασσας.

Πηγή *Δήμητρα Καρδακάρη

*H κ. Δήμητρα Καρδακάρη είναι υποψήφια διδάκτωρ Ιονίου Πανεπιστημίου – Κέντρο Ναυτιλιακής Ιστορίας, Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών – Ιδρυμα Τεχνολογίας και Ερευνας.