Ένας σιωπηλός ήρωας. Αυτός ήταν ο Νικόλαος Λύκος (Χατζηλύκος).Γεννήθηκε στο Μεσοχώρι της Καρπάθου στις 26 Νοεμβρίου 1910 από Μεσοχωρίτες γονείς.
Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Ν. Λύκος (1879-1942) και η μητέρα του ήταν η Μαρία Γ. Φράγκου (1884-1972). Παντρεύτηκε την Καλλιόπη Πέρου Γρηγοριάδου – επίσης από το Μεσοχώρι (1915-2016) – με την οποία απέκτησε δύο παιδιά: τη Μαρία και τον Γιώργο.
Στο Μεσοχώρι είναι γνωστός ως «ο Νικόλας ο Χατζηλύκος». Ήταν κυρίως καφεπώλης στο επάγγελμα. Το καφενείο του ονομαζόταν «Η Ομόνοια». Σε αυτό το καφενείο ήταν το ταχυδρομείο και το μοναδικό τηλέφωνο του χωριού, που εξυπηρετούσε τους κατοίκους του.
Ήταν ακόμη ψαράς, αγρότης αλλά και κτηνοτρόφος.
Στη δουλειά του και ως άνθρωπος ήταν ευσυνείδητος, ευγενικός, ήρεμος και ειλικρινής, ένας βιοπαλαιστής.
Ο πόλεμος, η ιταλική και η μετέπειτα γερμανική κατοχή ήταν αδύνατον να μην επηρεάσουν και εν τέλει να μη στιγματίσουν τη ζωή του.
Ήταν Πέμπτη 12 Αυγούστου 1943 όταν ο γαμπρός του Βασίλης Πέρος μαζί με το δάσκαλο Εμμ. Χαροκόπο τον κάλεσαν και του πρότειναν να βοηθήσει στην κατασκοπεία διότι εκείνοι ήταν πλέον ύποπτοι για τις ιταλικές αρχές και τους παρακολουθούσε η ιταλική αστυνομία.
Ο Χατζηλύκος δεν το σκέφτηκε πολύ. Ήταν αυτό που ζητούσε η αγνή και τίμια ψυχή του: Να βοηθήσει και αυτός στον αγώνα για την απελευθέρωση του νησιού του. Της Καρπάθου.
Γράφει στο ημερολόγιό του:
Στις 12 Αυγούστου 1943 με εκάλεσε ο Βασίλειος Νικολάου Πέρος, κάτω στο σπίτι της αδελφής μου της Βασιλικής και μου είπε αν ήθελα να βοηθήσω στην Κατασκοπείαν, επειδή εκείνον τον επαρακολουθούσε η Ιταλική Αστυνομία.
Kαι επειδή έβλεπα ότι κινδύνευαν οι Εγγλέζοι να χαθούνε και επειδή δεν ημπορούσαν να συνεργαστούνε με άλλους μόνο με τον Βασίλη και με τον Δάσκαλο Εμμ. Γ. Χαροκόπον, ανέλαβα εγώ αυτόν τον Αγώνα, βέβαια με κίνδυνο της ζωής μου, ώστε να εξυπηρετήσω τους συμμάχους μας, σαν Έλληνας πατριώτης επειδή ήμαστε σκλαβωμένοι από τους Ιταλούς επί τόσα χρόνια.
Έτσι ξεκίνησε ο μυστικός αγώνας. Οργώνοντας την Κάρπαθο από τη μια άκρη ως την άλλη, έδινε και έπαιρνε κρίσιμες πληροφορίες για την οχύρωση του νησιού στη νότια Κάρπαθο και την περιοχή του αεροδρομίου, όπως και χάρτες με τις βάσεις των Γερμανών και τα σημεία που είχαν τοποθετήσει νάρκες τους οποίους μετέφερε με κίνδυνο της ζωής του, προκειμένου να φθάσουν στα χέρια και τα αυτιά των κατασκόπων του 1ου και 2ου κατασκοπευτικού κλιμακίου υπό τον λοχαγό Στέφεν και αντίστοιχα Χριστόφορο Λυτό και Ιωάννη Κρασόπουλο και εκείνοι με τη σειρά τους να μεταφέρουν τις πληροφορίες στο στρατηγείο στο Κάιρο.
Άλλοτε πάλι δήθεν ότι ψάρευε με τη βάρκα του, τροφοδοτούσε με τρόφιμα και άλλα αναγκαία είδη τα κλιμάκια των κατασκόπων, εκτελώντας τις εντολές τους πάντα προς όφελος της πατρίδας και της πολυπόθητης ελευθερίας της.
Η εμπλοκή του στην υπόθεση του Ιταλού αξιωματικού Πατρούνο (υπόθαλψη στη σπηλιά των κατασκόπων και εκτέλεση από το Χριστόφορο Λυτό για να μην εκτελεστούν οι 5 Μεσοχωρίτες και 5 Σποΐτες που είχαν συλλάβει οι Γερμανοί ) ήταν η τελευταία συμμετοχή του στην αντίσταση αφού συνελήφθη στις αρχές Μαρτίου 1944 μαζί με το δάσκαλο Εμμ. Χαροκόπο και το Βασίλειο Πέρο.
Αναφέρει στο ημερολόγιό του:
Ήλθεν ο Γιανναγάς και μου λέει: Μόλις αποφάγεις αμέσως να φύγεις για το Μεσοχώρι και να ειδοποιήσεις την κατασκοπείαν να εκτελεστεί οπωσδήποτε ο Πατρούνο.
Οι Γερμανοί είχαν συλλάβει 5 Μεσοχωρίτες και 5 Σποίτες και απειλούσαν ότι θα τους εκτελούσαν αν δεν βρισκόταν ο Ιταλός αξιωματικός. Πέραν αυτού οι κατάσκοποι θεωρούσαν ότι ο Πατρούνο γνωρίζει πολλά για τη δράση της κατασκοπείας και αν συλλαμβάνονταν θα ήταν επικίνδυνο.
Ύστερα από τη δολοφονία του Ιταλού αξιωματικού ο Χατζηλύκος συλλαμβάνεται, όπως προαναφέρθηκες, μαζί με το Βασίλειο Πέρο και το δάσκαλο Χαροκόπο, αρχές Μαρτίου 1944.
Γράφει στο ημερολόγιό του:
Μας έπιασαν αρχές Μαρτίου 1994 εμένα και τον δάσκαλον και μας έκλεισαν μια βραδιά στη φυλακή του χωριού μας στο Μεσοχώρι.
Το άλλο πρωί μας εσυνόδεψαν οι καραμπινιέροι και μας επήραν στο Όθος.
Βασανισμοί, χτυπήματα, τρομοκρατία, όπως αναφέρει ο ίδιος στο ιδιόχειρο σημειωματάριο και ημερολόγιό του, φόβος και αγωνία για τη ζωή του ήταν αυτά που βίωσε ο Νικ. Γ. Λύκος στην προσπάθεια των Γερμανικών αρχών να του αποσπάσουν πληροφορίες αν υπήρχαν Εγγλέζοι στο Μεσοχώρι.
Και συνεχίζει:
Τότες δυο Γερμανοί με χτυπούσαν ο ένας δεξιά και ο άλλος αριστερά. Εγώ εφώναζα ότι δεν ξέρω είχε Εγγλέζους και όσο των έλεγα ότι δεν ξέρω, τόσο με χτυπούσαν.
Έπειτα από δυο μήνες κράτησης και βασανιστηρίων ο Χατζηλύκος, ο δάσκαλος Χαροκόπος και ο Βασίλειος Πέρος μεταφέρθηκαν στη Ρόδο όπου άρχισαν ξανά οι ανακρίσεις.
Ο Χατζηλύκος καταδικάστηκε από το στρατοδικείο της Ρόδου σε 5 χρόνια φυλάκισης. Ύστερα από την αμνηστία που δόθηκε από τον Χίτλερ, η ποινή μειώθηκε σε 3 χρόνια, την οποία θα έπρεπε να εκτίσει σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως στη Γερμανία.
Αρχικά στάλθηκε σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως στο Αμβούργο και αργότερα μεταφέρθηκε στο Νταχάου.
Στο Νταχάου είχε τη μεγάλη τύχη να γνωριστεί με έναν Γερμανό στρατιώτη με το όνομα Otto, ο οποίος θεώρησε, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Γ. Λύκου, γιου του Ν. Λύκου, τα δυο δάχτυλα –δείχτη και μέσο- ως σήμα ελπίδας και νίκης, τα οποία σήκωσε ο Χατζηλύκος, ζητώντας απλά δυο τσιγάρα, κρυμμένα μέσα στο ψωμί, το μοναδικό φαγητό για τους κρατουμένους.
Η γνωριμία αυτή στάθηκε αφορμή ο Χατζηλύκος να γλιτώσει την εκτέλεση αφού ο Γερμανός στρατιώτης του άλλαζε καθημερινά κρεβάτι, θέση και θάλαμο, βοηθώντας τον με αυτόν τον τρόπο να ζήσει.
Στις 3 Μαΐου 1945 ήταν ελεύθερος και τέλη Ιουλίου 1945, καταβεβλημένος από όσα είχε περάσει, αναχώρησε από τη Γερμανία, όπου με σιδηρόδρομο έφτασε στην Ιταλία. Με γαλλικό πλοίο μαζί με άλλους συμμάχους που είχαν ελευθερωθεί, έφτασε στην Πάτρα και από εκεί στην Αθήνα.
Στην Κάρπαθο και στο χωριό του, το Μεσοχώρι, έφτασε στις 13 Σεπτεμβρίου 1945, ατενίζοντας το νησί του και το χωριό του ελεύθερα.
Το 1967 αρρώστησε, χτυπημένος από τον καρκίνο και μετέβη στην Αμερική όπου έκανε ηλεκτροθεραπείες και εγχειρήσεις.
Κατά το διάστημα της παραμονής του στην Αμερική και κατά παράκληση του εξαδέλφου του Νικολάου Ρεΐση, ο Ν. Λύκος γράφει, χρησιμοποιώντας ένα απλό σημειωματάριο, όλα όσα έζησε, βίωσε, ένιωσε, κατά την ανάμειξη του με την Αντίσταση.
Μάλιστα ευχαριστεί τον εξάδελφό του γι’ αυτήν την πρωτοβουλία διότι, όπως αναφέρει στο ημερολόγιό του, «αν επέθαινα δεν θα ηξέρατε τι υπέφερα εγώ με αυτήν την κατασκοπείαν που αναμείχθηκα».
Ο Ν. Γ. Λύκος, παρά τις θεραπείες που υπεβλήθη απεβίωσε στις 23 Οκτωβρίου 1976, στη VIRGINIA των ΗΠΑ.
Το ιδιόχειρο σημειωματάριο-ημερολόγιο πέρασε στα χέρια του γιου του και τώρα πια απετέλεσε τη βάση για να γραφεί, από την υποφαινόμενη, ένα βιβλίο προς τιμήν του Ν. Γ. Λύκου με τίτλο «Σιωπηλοί Ήρωες-Η ιστορία του Ν. Γ. Λύκου «Χατζηλύκου» στην Αντίσταση» το οποίο βρίσκεται στην αναζήτηση εκδότη και μιας χορηγίας προς τιμήν αυτού του σπουδαίου σιωπηλού ήρωα, ως ίσως την πρώτη πράξη αναγνώρισης των όσων έπραξε για την πατρίδα.
Γράφει στο τέλος του ημερολογίου του:
Παρόλους τους κινδύνους που υπέφερα δεν είδα καμμία στήριξη, ούτε από τους Εγγλέζους, ούτε από πατριώτες και ούτε από χωριανούς. Δεν είδα καμμία υποστήριξη από πουθενά, καμμία αναγνώριση.
Εάν δεν ετελείωνε ο πόλεμος θα ήμουν πεθαμένος, αλλά παρόλα όσα υπέφερα δεν είδα πουθενά κανένα να με υποστηρίξει και μένα. Ούτε οι σύλλογοι παγκαρπαθιακών ούτε σύλλογοι Μεσοχωριτών. Και που αρρώστησα το 1967 δεν με ρώτησε κανείς μήπως έχω ανάγκη, αλλά και πάλι τους ευχαριστώ για το ενδιαφέρον που έδειχναν για το χωριό μου και εις το εξωτερικόν και εις την Αμερική.
Το όνομα του Χατζηλύκου, του μοναδικού Καρπάθιου που πέρασε τις πύλες του στρατοπέδου του Νταχάου, δεν αναφέρεται σε κανένα μνημείο, ούτε στο Μεσοχώρι, ούτε στα Πηγάδια.
Μήπως ήρθε η ώρα;
Ο Χατζηλύκος, οι αδερφές του Καλλιόπη και Βασιλική , ο γαμπρός του Βασίλειος Πέρος, ο δάσκαλος Εμμ. Χαροκόπος, οι δάσκαλο Ορφανός και Εμμ. Πρωτοψάλτης, ο Πολυχρόνης και Νικολής Σταματιάδης, ο Πετρόπουλος, ο ιατρός Φραγκίσκος Οικονομίδης και άλλοι .
Ονόματα απλών, σιωπηλών, αφανών ηρώων από το Μεσοχώρι της Καρπάθου. Τιμή και ευγνωμοσύνη.









